Δευτέρα

Παράνοια Ευτυχίας


Βρισκόμαστε σ' ένα κρύο απόγευμα, ανήμερα Χριστουγέννων. Ο ήλιος, απών. Απ’ τον ουρανό, απ’ τις καρδιές μας, από παντού. Ένα παιδί περπατά ξυπόλυτο στο κρύο. Πού και πού ανάβει κανένα τσιγάρο για να ζεσταθεί, αλλά δεν του ‘μάθαν πως να το πίνει. Του καίει τους πνεύμονες, το μυαλό, την ψυχή. 
Και κρυώνει.

Στρίβει απ’ την πρώτη στροφή, μετά αριστερά, δεξιά κι όλο ευθεία. Πάει.. Αυτοί οι δρόμοι δεν οδηγούνε πουθενά. Μολύνθηκαν απ’ τ’ αυτοκίνητα κι έχασαν τον εαυτό τους. Τούτος όλος ο σουβάς πάνω απ’ το χώμα, δεν αφήνει τα δέντρα να φυτρώσουν, σκέφτεται το παιδί καθώς προχωρά. Τα σπίτια είναι όλα τόσο στολισμένα απ’ έξω, που δεν αφήνουν την απλότητα να φανεί και να κυριαρχήσει. Τους έχει κυριαρχήσει η ύλη κι ο Άης-Βασίλης που δε λέει να τα τινάξει! σκέφτεται το παιδί και προχωρά. Όλα τούτα του θυμίζουν παραμύθι. Κακοδουλεμένο παραμύθι, που ευνοεί μερικούς και κάποιους τους κάνει πέρα, σαν τα παλιά στολίδια του δέντρου που δεν αγαπήθηκαν ποτέ. Κοιτά ξανά τα πολύχρωμα λαμπάκια που κοσμούν τις ταράτσες των σπιτιών και το σώμα του αρχίζει να συσπάται. Τα μάτια του ερεθίζονται και πονάνε. Πονάει. Τα μάτια του πονάει. Πού να τ’ αντέξει τόσο φως; Κανείς δεν αντέχει τόσο φως.

Περπατά ξυπόλυτος στο κρύο, μυρίζοντας τα τζάκια των σπιτιών που σιγοκαίονται. Μπορεί να διακρίνει την αποκρουστική μυρωδιά των πτωμάτων τους. Των πτωμάτων που καίγονται οικογενειακώς γύρω απ’ το τζάκι. Μπορεί να μυρίσει τις ξεραμένες απ’ τη φωτιά συνειδήσεις τους.  Έτσι κάνουν τα Χριστούγεννα. Μαζεύονται όλοι μαζί και καίνε τις ενοχές τους. Κι αργότερα, όταν γυμνοί, ελεύθεροι από ανθρώπινες αξίες βγουν στο δρόμο, δεν παραλείπουν να δείξουν πόσο ευτυχισμένοι και 'φιλάνθρωποι' είναι. Σώματα που περιφέρονται άσκοπα. Μυαλά που ξεπούλησαν την ουσία για 15 μέρες γαμημένης χαράς(ευφορίας?). Ξαφνικά, όλα τους μοιάζουν αισιόδοξα. Ξαφνικά, θέλουν να προσφέρουν αγάπη. Ξαφνικά, αγαπάνε τα χρώματα. Ξαφνικά, όλοι κινούνται με τόσο γρήγορους ρυθμούς. Τόσο ξαφνικά, όλοι άρχισαν να υποκρίνονται. Μια παράνοια Ευτυχίας. Μια ιδιόρρυθμη κατάσταση απελπισίας. Ένας ανισόρροπος πόλεμος καλοσύνης..
Μα τον Άη-Βασίλη και τα 1000 ξωτικά, είναι τόσο δυστυχισμένοι;!

Μα..να που ένα παιδί, περπατά ακόμη ξυπόλυτο στο κρύο. Αφήνει τ’ αποτύπωμά του πάνω στο βρεγμένο απ’ τη βροχή χώμα. Κάποιος είπε ότι πάει στο μέρος που πάνε οι συνειδήσεις όταν καίγονται. Κάπου πολύ μακριά από δω. Ίσως δεν άντεξε άλλο εδώ. Ποιος ξέρει; Ίσως δεν άντεξε την τόση ευτυχία. 

_Άλλωστε, ποιος μπορεί ν’ αντέξει τόση Ευτυχία μέσα σε λίγες μέρες;_


*η μελαγχολική παρουσία του παιδιού, μέσα στις ευχάριστες μέρες χριστουγέννων, σβήνει καθώς ο ήλιος παραδίδει το θρόνο του ντροπιασμένος. Μα πού να πάει το παιδί; Όπου κι αν κρυφτεί, το αποτύπωμά του είναι ακόμη χαραγμένο πάνω στο βρεγμένο χώμα. Όπου κι αν εξοριστεί, πάντα θ' αφήνει σε μας τους λίγους(;) την αίσθηση του πικρού κουραμπιέ στο στόμα..

2 σχόλια:

  1. "Μυαλά που ξεπούλησαν την ουσία για 15 μέρες γαμημένης χαράς(ευφορίας?)."- Η πιο καλοβαλμένη(καλοδουλεμένη?) πρόταση που έχω διαβάσει εδώ και καιρό.
    Ωραίο κείμενο αγαπητή, καλό σου βράδυ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Thank you, dear!
    Καλό βράδυ και..καλά μας χριστούγεννα:)

    ΑπάντησηΔιαγραφή