Πέμπτη

Στην καρδιά του φεγγαριού
χαράχτηκαν εκείνα τ' απογεύματα
που η πλάνη μύριζε αλκοόλ 
και λίγα όνειρα
κι η αναπνοή χόρευε
εκστασιασμένη 
με τα χρώματα της απουσίας

Όταν χάνεις την επαφή
-την άυλη επαφή
με τον ουρανό σου
και το αιματηρό άγγιγμα τ' ανέμου
με τα σωθικά σου,
όσα τραγούδια οι γαλαξίες
κι αν σου τάξουν,
εσύ θα ξέρεις πως
οτιδήποτε δεν έχει σχέση
με τον ουρανό σου, 
είναι σπατάλη αναπνοής

Κι ασθμαίνω-
καθώς παλεύω με τη βροχή
αφού με κατηγόρησαν στυφνά
για πλάνη και φυγή
και σ' όλους τους μεγάλους κομήτες
ξεστόμισαν πως
εγώ ήμουν τ' αστέρι εκείνο
που χάθηκε μια νύχτα
απ' την ουράνια ζωγραφιά..

Πως τάχα εγώ παράτησα πρώτη
τους ανθρώπους
και 'σμίξαν μετά αυτοί
με τις σκιές

Εγώ λένε 
ειμ' τ' αστέρι που 'παψε
να κρατά συντροφιά
του φεγγαριού.
Μα το φεγγάρι είχε ξενιτευτεί
προ πολλού
-σ' τ' ορκίζομαι,
το είδα να φεύγει..

Και ματώνω-

Ματώνω όταν βλέπω
το πρόσωπό μου
να συγχέεται με την όψη 
του δικού τους
και τη φωνή μου
μες στη φωνή τους
να στριγκλίζει

Είμαι ένα βαμμένο κόκκινο
αστέρι που
αργοπεθαίνει_

Που αργοπεθαίνει λέω,
βάφοντας διψαλέα 
τις σιωπές σας

βάφοντας λυσσασμένα
τον τρύπιο ουρανό.
Το κόκκινο της ψυχής μου
στάζει πιο σ' ολόκληρο
το γαλαξία

σμίγουν αρμονικά
οι σιωπές σας
με τις φωνές μου,
τα πρόσωπά σας
με τις ψυχές μου,
παρατηρώ το αίμα μου
να βάφει με μαεστρία 
τον ουρανό σ' ένα τέλος
που δεν έχει τέλος
*
και ξάφνου,
ανορθώνεται εκείνο
που στο τέλος πάντα γαλήνια
πεθαίνει.
Σιγά-σιγά..
γεννιέται ένα ηλιοβασίλεμα

..γεννιέται η ψυχή μου

Κι απομακρύνομαι-
αφού με κάθε νέα γένεση, 
μαγνιτίζομαι όλο και περισσότερο 
με την ουράνια ζωγραφιά

και σβήνουν αιφνίδια οι ελπίδες μου
για ένωση _ μαζί σας