Τετάρτη

Μαμά, φεύγω

Μανούλα, υποτάχτηκα ξανά.
Δεν έχω μιλιά.
Μου την πήραν μαμά.
Για πέμπτη φορά.

Φοβάμαι μαμά.
Φοβάμαι πως μια μέρα θα ξυπνήσω
κι ο ήλιος δε θα 'ναι πια κίτρινος
και τα πουλιά δε θα κηλαηδούν.

Φοβάμαι μαμά.
Τρέμω στην ιδέα πως ένα βράδυ θα ξυπνήσω
από ήχους διεστραμμένους
και όλα τα λόγια που 'χω γράψει σε χαρτί,
θα 'χουν χαθεί..

Πίνω αίμα μαμά.
Πίνω το αίμα απ' τις πληγές που μ' άνοιξες
όταν μου 'πες πρώτη φορά "μεγάλωσες.."
Δεν ήθελα μαμά. Άσε με γιατί φοβάμαι.

Φοβάμαι πως το τρένο για την ευτυχία μου
θα περάσει
,και δε με βρει εκεί!

Φοβάμαι μανούλα.
Φοβήθηκα όταν άνοιξα τα μάτια για πρώτη φορά.
Έκλαψα.Σε ζήτησα.
Τώρα, κάθε φορά που κλείνω τα μάτια,
προσεύχομαι να ειν' η τελευταία
.
Τώρα κλαίω άμα δε βλέπω τ'απογεύματα
πουλιά στα δέντρα να φιλιούνται.

Φεύγω, μαμά.
Ίσως έτσι να 'ναι καλύτερα.
Ίσως άμα είσαι κάπου μακριά
να μη φοβάμαι.

Φεύγω μανούλα.
Το τρένο ίσως άργησε να 'ρθεί,
ίσως με περιμένε.
Αυτό είναι κάτι
που πρέπει να το ανακαλύψω μόνη μαμά.
Συγγνώμη.

Αντίο, όμορφη κυρά!!



*Με βλέπεις απ' το τζάμι να φεύγω και δακρύζεις. 
"Βρέχει, θα κρυώσεις, σ' αγαπώ" 
Ούτε κι εγώ ήθελα να γίνει έτσι. 

Αλλά είναι σαν την ανάγκη για πρέζα η ελευθερία μαμά. 
Σαν την ανάγκη γι' άγνωστη αγκαλιά..



Σάββατο

-απ' τα μάτια τ' ουρανού*

Απογοήτευση. Βλέπεις τις μέρες σου θολές και αρνήσαι να ψάξεις το φως που (ανα)γεννάται απ' τα σπλάχνα της μιζέριας.  Τίποτα πια δεν έχει νόημα για σένα. Κανένας δε σε συγκινεί. Λες πως οι τοίχοι χτίστηκαν γερά, πως δε σπάνε.. Λες πως δε σε χωράνε πια οι χαραμάδες και πως οι χαραυγές σε σιχαίνονται. Μελαγχολείς..

Ετότε -ξαφνικά- σου 'ρχετε στο μυαλό ένα τραγούδι που λέει "όπου κι αν πας να θυμάσαι, όσο υπάρχει ουρανός να πετάς.." Κι απ' τις λίγες ιστορίες που 'χεις ακούσει, ξέρεις ότι όπου κι αν κοιτάξεις θα τον βρεις τον ουρανό. Στο νερό, στο κρασί, στα καθαρά παπούτσια και κυρίως στα ξάστερα μάτια!

Έναν ουρανό χρειαζόσουν, μάτια μου. Έναν ουρανό να σ' ανυψώσει. Να σε πάει μακρυά, πολύ μακρυά από τούτη τη γη, στα σπίτια της οποίας δύσκολα βρίσκει πια κανείς μάτια ξάστερα, σαν τα δικά σου.

Που να γυρίζεις.. διερωτάται με αξιοθαύμαστη (αν)ειλικρίνεια ο κόσμος. Οι τελευταίοι που σε είδαν, είπαν ότι χόρευες παρέα με χιλιάδες Χαραυγές

Κι αν έχεις σκεφτεί καθόλου να γυρίσεις, σου φωνάζω μη! Μη γυρίσεις. Το νερό, το κρασί, τα παπούτσια, τα μάτια..ακόμα δείχνουν ουρανό!



















_Κι ο ουρανός είναι το τελευταίο αναγεννημένο φως.
 Η μόνη πατρίδα καθενός.